ορυκτολογικός

формы словаβ
ορυκτολογικός
минералогический



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово минералогический? — ορυκτολογικός
как с (ново)греческого переводится слово ορυκτολογικός? — минералогический


αλιθοβόλητοςπρολαβαίνωαυγουστιάαϊντέστεκαρεκλοπόδαροσπαχήςσκιόφωςτεκμηριωτικόςπρέπειεβενουργίακασσιτερίτηςπαρασιτολογικόςυδρίτηςοροθετικόςδικαιοσύνηξάσμααρτιφυήςντάβανοςιδανικάφωτοταχυμέτρησηόπως




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit