|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διασώστρια? — — δρομομετρώ — ανταλλακτήριος — θυσανοσωρείτης — εγκοχλίωση — κόχλος — πώληση — τσυρίζω — ζεστούτσικος — ψήφιση — μιαρός — αντιναύαρχος — ανοθεύτως — παλιάνθρωπος — μαχαιροφόρος — κύαθος — ευκολόβραστος — αρχαιοφύλαξ — ομοειδής — ορνιθοκόμος — πονόκαρδος — αχάραγος |
|||