|
читать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово читать? — αναγνώνω как с (ново)греческого переводится слово αναγνώνω? — читать — σταθμαρχείο — καπελλάδικο — έκραξα — εκφορτωτήρας — αχθοφορικός — ερευνητής — αναμφισβήτητος — χειριστής — άμαξα — φωνίτσα — φοινικέλαιο — μωσαϊκός — σκεπάζω — γνωριστικός — μυριάμετρο — κοσμοχαλασμός — τσόφλι — κουνελώνας — αρχιεπισκοπικός — ελαιογραφώ — βρογχορραγία |
|||