|
το сантиметр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сантиметр? — εκατοστόμετρο как с (ново)греческого переводится слово εκατοστόμετρο? — сантиметр — εγκληματικότητα — γυμνασιάρχης — ουρητήρας — φρουρά — στρατηγώ — καρδέλι — αβούλιαγος — φαρυγγόσπασμος — ανασκουμπώνω — ραδιοεντοπιστής — μάγος — αδροσος — γρεναδίνη — λεξικογραφώ — κέρμα — αρνοπροβιά — ευάγωγος — φαλαγγηδόν — απειρώνυμος — δακρυόρροια — λεονταρισμός |
|||