|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αντικαταβάλλω? — — αγέλαστα — βραχνάς — αλεπουδίσιος — διάξυλο — πλέον — ξυλογνωσία — ασυναφής — άγαρμπος — ρωσόφωνος — ύπουλα — πεπόνι — αναπηρία — τερματικό — ανυπομονησιά — κωφεύω — κουτσαβάκης — μακριός — εξοστούμαι — πολυθεσία — περιποίηση — αλαλία |
|||