|
το пролетариат; η δικτατορία του ~ού — диктатура пролетариата #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пролетариат? — προλεταριάτο как с (ново)греческого переводится слово προλεταριάτο? — пролетариат — θυσιαστής — αναβάθρα — σχεδιάζω — πρόσρησις — θερμοκρασιακός — εξοντώνω — ενδεκασύλλαβος — εξαλειπτικός — συνωθούμαι — ξεσκόνισμα — κλείδωμα — αναδουλιά — μακιγιάρισμα — κερασφόρος — τοπογραφικός — αντιπολιτευτικός — αντεισαγγελέος — βουτυροκόμος — επιθεωρήτρια — μανάλι — αμαξοτροχιά |
|||