Новогреческий словарь
λιακό
λιακό
το
сушилка для сушки на солнце
(фруктов и т. п.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сушилка для сушки на солнце
? —
λιακό
как с
(ново)греческого
переводится слово
λιακό
? — сушилка для сушки на солнце
#
(ново)греческий словарь
—
γκλόμπς
—
χρησιμοθηρικός
—
φωτόλουτρο
—
χλεμπονιάρης
—
πλατύβαθμον
—
γκαφαδόρος
—
αερόκενος
—
ηλιοπληξία
—
ιδανικό
—
λαχίδι
—
ηλιοστεφής
—
ακατάκλυστος
—
εκτόπιση
—
αρμολογώ
—
αυτοεξορία
—
καρκινοματώδης
—
ζούλα
—
κατονομασία
—
βαρεμένη
—
χαρτικά
—
αχρειολογία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве