Новогреческий словарь
βαμβακοπαρογωγικός
βαμβακοπαρογωγικός
хлопководческий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
хлопководческий
? —
βαμβακοπαρογωγικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
βαμβακοπαρογωγικός
? — хлопководческий
#
(ново)греческий словарь
—
αποστραβώνομαι
—
τελεσίγραφο
—
ηλιόκαυμα
—
διέγνων
—
εξοχικός
—
μεθοκοπώ
—
ρέκτης
—
βαρύφωνος
—
οξύμωρος
—
ψόφιος
—
αλοτριβείον
—
κλεισμένος
—
οικονομικός
—
κρυφοσμίγω
—
ομοιοπλασία
—
παρεκτρέπομαι
—
αριολόγι
—
ανθοκλώνι
—
πρόγραμμα
—
ερεύγομαι
—
αμφίσημος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве