|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πτολεμίζω? — — στρακώνω — ποικιλοχρωμία — διαμηχανώμαι — τρωγαλίζω — βάλανος — επτάωρο — αλατισμένος — φρονηματισμός — ανταρθριτικός — ωρολογοποιείο — δίχορδος — φραγκοφονιάς — αξύλιστος — εισήλθον — ακέντριστος — κέρασμα — σχίζα — αυτοσυντηρούμαι — ομοιόθερμος — μονόλιθος — κλειδοκόκκαλο |
|||