|
το чай #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово чай? — τέϊο как с (ново)греческого переводится слово τέϊο? — чай — διαντίδραση — δικαιοδοτώ — αντιστέκομαι — εγωϊστής — ενημερωτικός — αναπηνιστήριον — σβάρνα — σούρβα — χτές — ξυπνάω — γενειάζω — μηκηθμός — λέβιο — μαυρομάνικος — διαφέρον — άνασσα — λακές — ζαβιά — πιάτσα — βάγια — καταστρατήγηση |
|||