|
1. похожий на краба; 2. мн.ч. τά ~η — зоол. ракообразные #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово похожий на краба? — καρκινοειδής как с (ново)греческого переводится слово καρκινοειδής? — похожий на краба — επιλοχίας — ασταχτος — φυσικός — απανθρωπία — έξτρα — αφιονισμός — ασύφταγος — μπεκιαριλίκι — θείτσα — εγκρύπτω — γκάστρωμα — αστικός — επαρκής — φερμπαλάς — σταχτοπάνι — ισότονος — φώτισμα — παιδίατρος — αποδοτικός — αλλαντίοση — δανεισμός |
|||