|
неопределенно, неясно #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неопределенно? — ακαθόριστα как на (ново)греческом будет слово неясно? — ακαθόριστα как с (ново)греческого переводится слово ακαθόριστα? — неопределенно, неясно — πευκόδεντρο — Μασκαράς — βεργασούρα — θετικός — μνημόνευση — κολοκυθοκεφτές — αντισηπτικός — τακτικά — μαλακώνω — αναμηρυκώμαι — χολαιμικός — παιδαγωγός — ξυλόψειρα — σπάλα — κόσμησις — κοσμοναύτης — εκδίκαση — νομάς — φιλαναγνώστης — κρυφοβλέπω — πρεζάρω |
|||