Новогреческий словарь
δακτυλίωση
δακτυλίωση
η
кольцевание
(птиц)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кольцевание
? —
δακτυλίωση
как с
(ново)греческого
переводится слово
δακτυλίωση
? — кольцевание
#
(ново)греческий словарь
—
ταλαιπωρημένος
—
αποθαλασσώνω
—
προτειχίζω
—
νάρκη
—
ξεφόρτωμα
—
μούφα
—
τσεκάρω
—
ληξιαρχικός
—
ψυλλίζω
—
πρόεδρος
—
ουσιαστικός
—
τεσσαρακονθήμερο
—
καμηλάρης
—
τομαράς
—
ακόρυφος
—
χηνούλα
—
απογαλάκτισμα
—
ανθολόγηση
—
διαβάθμιση
—
πολλαχού
—
κιρκάετος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,