αγγειολογικός

формы словаβ
αγγειολογικός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αγγειολογικός? —


επικόλλησησυνταράσσωλαφροσειώμυωπίαλεμβουργείοδιαθλαστόςακατάδεκτοςγουνίτσαΑναξίμανδροςλειόθριξαπολεπτύνομαιξέμετροδιαριθμώάρατ' αθέματαδεκαπεντάκιςπονηριάεγκόπτωαγρίμιαλευράςεπισταθμίαυδρορροή




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit