|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προφυλακιστέος? — — κρανίο — νυχτέρεμα — ανθυποναυπηγός — ανάρρηση — αμφιλύκη — επιδημητικός — αδιέξοδο — βαγαπόντισσα — κουτσαίνω — κοντός — κοτσάκι — εγγλέζικος — ξεστρατίζω — αρτεσιανό — αποδοχή — ούγια — δραματοποιώ — υγειονομία — απρόσφερτος — ετοιμόγεννη — αστυκτηνίατρος |
|||