|
η энциклопедичность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово энциклопедичность? — εγκυκλοπαιδικότητα как с (ново)греческого переводится слово εγκυκλοπαιδικότητα? — энциклопедичность — εξεύρημα — παρατηρητέον — ευχαριστώ — αφρεσκάριστος — ους — μαξιμαλισμός — εργοδοτώ — ντερτιλής — ιταλιωτικός — άγυρτος — ασφόντυλος — θειαφοκίτρινος — ανάβλεμμα — συμβιβαστικός — λιοτριβείο — εισπνεόμενο — κομψοπρέπεια — εξυπηρετικός — μπουζουκτσής — πρωθιερέας — μπερδεμένος |
|||