Новогреческий словарь
βουδδίστρια
βουδδίστρια
η
буддистка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
буддистка
? —
βουδδίστρια
как с
(ново)греческого
переводится слово
βουδδίστρια
? — буддистка
#
(ново)греческий словарь
—
νεραϊδόγνεμα
—
ασφαλιστής
—
πιθαμή
—
δυσλεκτικός
—
απαλλοτριώνω
—
εξευμενισμός
—
σταχτοκουλλούρα
—
στρογγυλοπρόσωπος
—
ανάπλωρος
—
τορευτής
—
υπνοβάτης
—
ινδιάνα
—
επτάτοξος
—
τεσσαρακονταετής
—
χρηστός
—
αναπηδώ
—
αποπλύδι
—
αμακατζίδικος
—
αφωνητί
—
μεταξωσέντονο
—
κλαυθμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве