|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καναρινί? — — θελιά — μονοχρωμία — φαναρτζίδικο — αιματοσπερμία — περιεκτικός — απαραφύλαχτος — μαγγανεύω — σιλλιμανίτης — επισταθμεύω — γκέλα — παλαιοβιβλιοπώλης — περιοδεύων — γούνναρης — δεκατετράωρος — βόγγητό — υποδόρια — ευγενία — λαδάκι — εξώγαμος — χρωματισμένος — βολιάζω |
|||