|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οπωροφόρο? — — εισχώρηση — καθημαξευμένος — πελάτης — εξοχικό — λεπτουργής — διερμηνέας — μουλαρώνω — μαγιώνω — χλοερός — αυγουλάς — πλεξιά — απραγμονω — τελματώνομαι — θρακιάς — τριγυρνώ — εμμάρτυρος — ματοκυλάω — δολιχοκεφαλία — ανεπίληπτος — μυελίνη — ακρωτήρι |
|||