Новогреческий словарь
έδεσα
έδεσα
αόρ. от δένω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
έδεσα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
χειλεοπλαστική
—
υποβέθνος
—
άγνωστη
—
λίγδιασμα
—
μερεμετίζω
—
υαλόπλινθος
—
δακρυοποιός
—
οντολογιστής
—
κεχρί
—
παραβάτις
—
αλιχούδευτος
—
αεριωθούμενο
—
σοφός
—
εσωλέμβιος
—
υδατόστρωμα
—
διαμαντόσκονη
—
αθεράπευτος
—
εθελοντικός
—
αχνιστός
—
αδενοειδής
—
εφηρμοσμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,