Новогреческий словарь
τσεπάκι
τσεπάκι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τσεπάκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
άφραστος
—
ασαπούνιστος
—
απλοποίηση
—
αστερόεσσα
—
τιμονάκι
—
απολαβή
—
αδικαιολόγητος
—
υφαντουργείο
—
απλεύριστος
—
υδροποτώ
—
μοντερνοποίηση
—
γνεύσιος
—
γκελ
—
δεκαεφτά
—
εξουσιοδότηση
—
φυλλομετρώντας
—
ξεσκεπάζομαι
—
καρμίρα
—
ψυλλοφαγωμένος
—
απανωσέντονο
—
καρδιοτομία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,