|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μαγιόξυλο? — — βαλσαμικός — μισώ — κεφάλας — διακονικός — συνοδικώς — λουλουδάω — τελεσιγραφικός — ξανθομάλλικο — φουρνόξυλο — γλοίνα — λογιάζω — ζημιαρόγατα — ροδίτικος — αφεντικός — αριά — γκαβός — συνειρμικός — πηλίκο — λιγούρα — στηθοχτυπιέμαι — έθιμο |
|||