γλιτζιάρικ|ος

формы словаβ
γλιτζιάρικ|ος
засаленный, грязный



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово засаленный? — γλιτζιάρικος
как на (ново)греческом будет слово грязный? — γλιτζιάρικος
как с (ново)греческого переводится слово γλιτζιάρικος? — засаленный, грязный


πλαναισθησίαθεόκουφοςοροθέσιοδυσχερώςάλικοςαραχνιάζωαντιπρόκλησιςιρίδιοαισθητηριακόςδιαβρωσιγενήςεκπόνησηεξετράφηνμεταξοκλωστικήορυκτόςηλεκτρικάμπαλκονόπορταυποβιταμίνωσηποιητικότηταεργάζομαιαμφιδετικόςαζούλιγος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit