|
ο морж #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово морж? — τριχοφόρος как с (ново)греческого переводится слово τριχοφόρος? — морж — αποκαρδιώνω — επωδή — αλευρούχος — παρασημαντική — μπροκολόσουπα — απαρενόχλητος — παραμονεύω — φιλοκέρδεια — ακέδρωτος — τρικυμίζω — σακατεμένος — μαυλάω — ρυθμόμετρο — προδιατίθεμαι — εμφαίνομαι — τρώση — επίθεμα — κόπρισμα — αστρίτης — αλείαντος — λάμπω |
|||