|
το уст. зонтик (от солнца) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово зонтик? — αλεξήλιον как с (ново)греческого переводится слово αλεξήλιον? — зонтик — λειτουργία — αποθαρρύνομαι — συμβουλή — εξαδικός — ασυμψήφιστος — ακυριολεκτώ — γλειψιάρης — σαχάνι — συστεγάζομαι — κληροδόχος — ελεεινότητα — ουκρανικά — μεταξοϋφαντουργία — ξεκρέμαστος — αμμωνιούχος — εικαστική — αντίθετα — εστεμμένος — ακριβαγορασμένος — τιτλούχος — συλλαβισμός |
|||