|
анат. миелиновый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово миелиновый? — μυέλινος как с (ново)греческого переводится слово μυέλινος? — миелиновый — προικοδότηση — απευχή — αναλυτηκός — αετονύχης — ακρανιά — χελώνι — τροπικός — χρηματόγραφο — ασυμπάθητος — θερμαντικότητα — ρυτιδιασμένος — αβάσκαμα — αποκάτου — συμμορίτικός — υδροηλεκτρισμός — κουρίτα — κωμωδιογράφος — αξέφραστος — ταχυπαλμία — ανθρωπίστρια — συριά |
|||