σεληνοσκόπιο

формы словаβ
σεληνοσκόπιο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово σεληνοσκόπιο? —


κρυφομίλημααπιστοποίητοςδευτερογαμίαεισποιητόςνεοζωϊσμόςπροδιατεθειμένοςινώδεςβρόγχιοακατάβρεχτοςαποστάζωκατάταξηχρυσοφόροςμαϊνάρωαποσκιάαναδίκασηφωνιατρικήτύφητριανταριάξεβασκαίνωμεσόκοποςπιτυρίαση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit