|
η обёртка (особенно книги) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обёртка? — κουβερτούρα как с (ново)греческого переводится слово κουβερτούρα? — обёртка — γαγγραίνωσις — δισχιλιοστός — φιλοδίκαιος — μαγιολική — απαρέσκεια — ξαγγρίζω — ελαφρότητα — άνωρα — κομπλιμέντο — γόησσα — άτεγκτος — πλέω — λογχισμός — επηνέχθην — δεκτός — σταυροπηγιακός — παρέασις — κατακερματίζω — δισχιδής — κάταρξη — φορούσι |
|||