|
(αόρ. βούρλανα) сводить с ума #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сводить с ума? — βουρλαίνω как с (ново)греческого переводится слово βουρλαίνω? — сводить с ума — αταξία — χρονικός — επειξις — φυγοπόλεμος — επιχρυσώνω — τσαρδάκι — ανεμογραφικός — βροντημός — καλημέρα — λιμαδόρος — μεριμνώ — εξαργυρώνω — παραπάτημα — Αραπίνα — ανατομικώς — σκοτοδινίαση — ελίγδην — συγκεκινημένος — αμφισβητητικός — αργυρώδης — χονδρογένεση |
|||