|
ο таможенник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово таможенник? — τελωνοφύλακας как с (ново)греческого переводится слово τελωνοφύλακας? — таможенник — γουρούνι — σαμάρωμα — αφροκοπώ — τρεχαλητό — επίστομα — τόπος — τεκνοκτονία — ισχύων — ανταποδοτικά — καρύκευση — επίξηρος — σπαζοκεφαλιά — μαυρόγεια — αλσοδίαιτος — υπόδερμα — αποσταθεροποιούμαι — ακανθυλλίς — ασυνάρτητα — ναύδετον — κατώφλια — περιπάθεια |
|||