Новогреческий словарь
ενενηκοντούτις
ενενηκοντούτις
(-ιδος) η
девяностолетняя старуха
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
девяностолетняя старуха
? —
ενενηκοντούτις
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενενηκοντούτις
? — девяностолетняя старуха
#
(ново)греческий словарь
—
ανεμοστεγής
—
οικοτροφία
—
ξιφίδιο
—
μειοδοσία
—
αποθαρρυντικός
—
σφαιροειδής
—
λιμαδόρα
—
δάχτυλας
—
κουραστικός
—
κατασβύνω
—
απροβλεψία
—
ελευθερώνομαι
—
ολιγανθρωπία
—
δραματικότητα
—
Κινέζος
—
μαραθώνιος
—
γάβανος
—
προκαταλαμβάνω
—
λαϊκίζω
—
μπλου
—
ιμπρεσάριος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве