φουρκισμένος

формы словаβ
φουρκισμένος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово φουρκισμένος? —


ενοικιάζωγιαταγάνιλίπωμαζωολάτρηςκαταζώστηςλαχανιαστόςσεπτεμβριανόςμικροχρονόμετροκυνηγάωλεοπάρδαληπεύκομανδήλιονΚωνσταντινούποληγκλάβαταριχευτήςκωμωδιοποιόςζωοποιόςπρωτόνιομινιμαλιστικόςΔεύτερονόμιονιερομόναχος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit