|
το слоновая кость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово слоновая кость? — ελεφαντοκόκκαλο как с (ново)греческого переводится слово ελεφαντοκόκκαλο? — слоновая кость — ξεροτηγάνισμα — σκούδον — πρόνοια — αιμοφόρος — στραπατσάδα — βοσκός — θωπευτικά — μετοχάρης — εκνευρίζομαι — υπομοχλεύω — κουτσοδόντα — άχραντος — τρίστηλος — γερακιανός — τυραννώ — κλονισμένος — μπιστικός — γλυφανίζω — χαριεντισμός — αλληλοεπηρεαζόμενος — επανερχόμενος |
|||