|
το очёски шерсти или волос (для набивки) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово очёски шерсти или волос? — γνάφαλο как с (ново)греческого переводится слово γνάφαλο? — очёски шерсти или волос — βαγαπόντισσα — μήριγξ — κατεστημένο — φιλοτομαριστικός — σαυράκι — πολυέξοδα — τοπομαχώ — ερμιά — ερωτοτροπώ — σχεδιομανής — σκληρόφλουδος — επιστολογραφία — περίαπτο — φαινομενοκρατία — περιγραπτός — πλευρά — απώτατος — αντιμιλιά — φλιτζάνι — λαγκάδα — μυοκαρδιοπάθεια |
|||