Новогреческий словарь
λογοκλόπος
λογοκλόπ|ος
ο, η
плагиатор
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
плагиатор
? —
λογοκλόπος
как с
(ново)греческого
переводится слово
λογοκλόπος
? — плагиатор
#
(ново)греческий словарь
—
κανελλής
—
λειτουργιέμαι
—
βηχικός
—
υποχολία
—
παρεφθαρμένος
—
ταιριαχτά
—
ανθελονοσιακά
—
ενδυναμώτρια
—
κανναβέλαιον
—
επικλίνω
—
υλοζωιστής
—
υποπολλαπλάσια
—
ιχθυοτροφείο
—
ασβολώδης
—
περίστρεπτος
—
μελαγχολία
—
κλονισηκός
—
μηκηθμός
—
παλαβώνω
—
παλιοβρώμα
—
συνυπαιτιότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,