|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αδρανοποιούμαι? — — λιγωμένος — ελαφρούτσικος — δικάω — Ξανθίππη — παραστέγοσμα — κόπιτσα — μέρισμα — φούρνάρικο — αμερικανόδουλος — μυρμηγκικός — λίτρο — ταμιευτικός — ξενέθω — καρυκεύω — σαράφισσα — ξυλοκόπημα — αποκοττίζω — ανεμοστάτης — παροικιακός — αετωματικός — καρδάρι |
|||