Новогреческий словарь
κρυπτογραφικός
κρυπτογραφικός
(за)
шифрованиый
;
~ κώδιξ — шифр, код
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шифрованиый
? —
κρυπτογραφικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
κρυπτογραφικός
? — шифрованиый
#
(ново)греческий словарь
—
γριτζανίζω
—
υδροκέφαλος
—
φυτολόγος
—
ξεβρώμισμα
—
δίπραχτος
—
ωτοπαθολογικό
—
αναθαρρύνω
—
κοινωνιόλεκτος
—
ξαναγκάζω
—
αυτοκίνητο
—
ξεμποτσάρω
—
ξιπάζω
—
πυουρία
—
ισοπεδώνω
—
ψαρίλα
—
σουλάτσο
—
φυγοκεντρικός
—
διάβρωση
—
λαφοκέρατος
—
θεληματικός
—
καροτο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве