Новогреческий словарь
εποστρακιστικός
εποστρακιστικός
рикошетный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
рикошетный
? —
εποστρακιστικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
εποστρακιστικός
? — рикошетный
#
(ново)греческий словарь
—
αισθησιοκρατικός
—
ποτιστικός
—
κολεγιόπαιδο
—
αρτίως
—
μοσχοστάφυλο
—
χάψη
—
μογγολικός
—
χασίσωμα
—
ενδεκαετής
—
σκαλτσάτος
—
ευρετικός
—
καταπάτι
—
ανθομυρίζω
—
ολόψυχος
—
μάκενα
—
απλότητα
—
ρύαξ
—
εκπόνηση
—
ακορντεονίστας
—
ηβώ
—
βληματομετρία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,