Новогреческий словарь
αγριοφωνάρα
αγριοφωνάρα
η
дикий вопль, дикий крик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дикий вопль
? —
αγριοφωνάρα
как на
(ново)греческом
будет слово
дикий крик
? —
αγριοφωνάρα
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγριοφωνάρα
? — дикий вопль, дикий крик
#
(ново)греческий словарь
—
λαγούτο
—
απανωτιάζω
—
αλογοτάκια
—
ιπποφάγος
—
ατσίκνωτος
—
έκχωμα
—
λυκόμορφος
—
Κυριακή
—
απαιτούμαι
—
κρασοκανάτα
—
ποταμάκι
—
αρχαιολογία
—
νοοτροπία
—
ανθόμελο
—
φουσκίζω
—
παρεπιδημία
—
βαρύς
—
συχαρίκια
—
καλογέννητη
—
επίστρωση
—
βούτυρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,