|
ο мед. щипцы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово щипцы? — εμβρυουλκός как с (ново)греческого переводится слово εμβρυουλκός? — щипцы — μπεντένι — ονειροπλασμένος — σπερματίας — κατακόρυφος — τραχειίτις — απόδραση — λιόντας — οπωροφόρο — ταβερνάκι — προσηγορία — αβούλιαγος — νεανίας — αρύομαι — χρονομέτρης — ζαβός — αυτανάπτυξη — ταχυδρομικά — εργασία — τρόμπα — χρυσαυγώ — σεντεφένιος |
|||