|
укушенный собакой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово укушенный собакой? — κυνόδηκτος как с (ново)греческого переводится слово κυνόδηκτος? — укушенный собакой — πόλη — αμβλωτικός — καλφαλίκι — αγκωνάρι — αριστεροχέρα — προγραμματικά — δεσμώτης — βιολιτζού — σεκλετίζω — συνήγορος — εισπνευστικός — διανοούμενη — αργιλόχωμα — αγκαστριά — κάν — εισοδεύω — ξωτικιά — αμερικανισμός — πιερόττος — μαστίγωμα — καταιόνηση |
|||