Новогреческий словарь
προσβατός
προσβατός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
προσβατός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πιθαμή
—
ιατροδικαστικός
—
διψώ
—
τίτλος
—
μπλοκάρω
—
φαγοκύτταρο
—
έδρα
—
ιεροδιδασκαλείο
—
ασλάνι
—
λοκάντα
—
αμυγδαλόπιττα
—
ξεκαρδίζομαι
—
προσωποληπτώ
—
θεόκτιστος
—
διαρθρώνω
—
αλατομιγής
—
προσόν
—
λογαριασμένος
—
Τσιγγάνα
—
υδροληψία
—
ρωγμώδης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве