|
το щегол #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово щегол? — τουρκοπούλι как с (ново)греческого переводится слово τουρκοπούλι? — щегол — συνοδός — περόνη — βουτυροκόμος — ελεεινά — μίτος — συμφιλιώ — ιταμώς — αλυχνα — τρίχρους — χαμοκέλλα — λυχνοστάτης — φουκαριάρικος — ονειρεμένο — ενοχικός — αναδεχτός — διώνυμο — τσίχλα — νεκροπομπός — αψινθέα — βαθμολογία — άβαλτος |
|||