|
ο шкурничество #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шкурничество? — φιλοτομαρισμός как с (ново)греческого переводится слово φιλοτομαρισμός? — шкурничество — μητροκτησία — βουλεβαρδιέρος — κατάκαρδα — λιοτρουβιό — αυτοσχεδιάζω — αλεπότρυπα — οινοπνευματόμετρον — ηλεκτρεγερτικός — αγωγιαστήριο — καιροφυλακτώ — χοροδιδασκαλείο — ανακρούω — άναστρος — ρετουσάρισμα — στέγνη — εξηκοστό — αλιοτρίβητος — πλουτοκράτης — παρατραβάω — βλυσίδι — αμυγδαλών |
|||