|
конец, край #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово άκρη? — — ξεγελάστρα — υπερβιταμινούχος — δυσκολοκίνητος — οσμιδρωσία — πυροβολοστοιχία — σπλαχνότητα — φυσομανάω — βεργίτσα — χαλκοτυπική — επανεκλογή — ξεγελώ — καλοτάξιδος — γνωμοδότημα — λυσσάω — ψείρα — παγοδρομικός — αγγειοχειρουργός — συστημένος — κτηνοβάτης — φιλόλαος — άρση |
|||