Новогреческий словарь
ντάβανος
ντάβαν|ος
ο
овод; слепень
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
овод
? —
ντάβανος
как на
(ново)греческом
будет слово
слепень
? —
ντάβανος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ντάβανος
? — овод, слепень
#
(ново)греческий словарь
—
φαλιρώ
—
απειράγαθος
—
επίπλοον
—
μπαχτσές
—
μελισσόπουλο
—
δαμαλίδα
—
εστίασις
—
πνίγομαι
—
στρέμμα
—
πιλοτάρισμα
—
κρυφοκυττάζω
—
σκανδαλώδης
—
σκορδόπιστος
—
όμβρος
—
ημιφάτνωτος
—
μαδίζω
—
αναγελαστικός
—
αναγνώρνμος
—
χαμαιπετής
—
βαρελοσάνιδο
—
ολόσγουρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω