|
восьмой; ένα ~ο — одна восьмая (часть) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово восьмой? — όγδοος как с (ново)греческого переводится слово όγδοος? — восьмой — αφαλοκόβω — βιογραφία — εκατοστάρι — τεχνολογία — δυσβασία — αργοσάλεμα — λεξιθηρία — πλήκτρο — βρέσιμο — αντεθνικός — ορκοδοτικός — γκαινιάζομαι — στήθος — ωμοπλατοσκοπία — εμφυλιοπολεμικός — αποσκευάζω — αποδημητικός — ντόλτσο — χλιδάτος — πατατοκεφτές — αλαφρύς |
|||