Новогреческий словарь
δευτερολογώ
δευτερολογώ
выступать вторично
(по тому же вопросу)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
выступать вторично
? —
δευτερολογώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
δευτερολογώ
? — выступать вторично
#
(ново)греческий словарь
—
ψες
—
ενδημικότητα
—
καλπουζάνα
—
αφροζύμη
—
συνδιαλλακτικός
—
πούλημα
—
ξεπούλημα
—
ριζικώς
—
θανασίμως
—
εξηνταβελόνης
—
μαία
—
ανθόκηπος
—
φόρεμα
—
πισκαλώ
—
μαξιμαλιστικός
—
αιματοκατούρημα
—
αστυφύλαξ
—
στενογράφημα
—
αρτυμένος
—
παλληκαρίστικος
—
χολορραγία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,