ρεμβαστής

формы словаβ
ρεμβαστής



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ρεμβαστής? —


τσίρκοπανεράκιδυναμικόςαχρέωτοςμεταπείθωφαγίαπόσταμαεπανάθεσιςαναιρέσιμοςζωννύωαδάμαστοςσκουτεράκισεπτεμβριάτικοςβυθοσκόπησηστοιχειοθετημένοςφουμαρίαευοίωνοςνερόφιδοαλγερίνικοςακαταχώριστοςκαρδιοσάσιμο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit