|
запретный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово запретный? — άδυτος как с (ново)греческого переводится слово άδυτος? — запретный — αμμόχορτα — μακροσκοπικός — χάρις — εγχελύδιον — καματάρικος — απερήφανος — τεχνολόγος — λάβρα — εωθινός — κρημνός — φυλλορροώ — βουτσινάς — γαλότζα — εξαπλούς — οπισθογραφώ — διασκέλιση — αποκαμωμένος — αποκατασταίνω — πωρί — ενεστώτας — περιπατώ |
|||